Asmaa Azaizeh

арабский

Jazra Khaleed, Aggelina Riga

греческий

لم أصدّق أنني سأتعلّم يومًا أن أموت* إمنيسكو

 لم أصدّق أنني سأتعلّم يومًا أن أموت
لم أكن حيث كان الموت مجانيًّا
كنت حيث دفع جدّي لأمي ثمن عرق عاملي القطن الذي صنع بزّته العثمانيّة
ثمن أميالٍ حافية إلى نساء البوسنة
ثمن دموعهن على صدور رجالهنّ قبل الحرب
ثمن رايات الربّ
ثمن نزق الإمبراطور ومرضه الطويل

سال دم البلقان فوق قميصي المدرسيّ
وجد المدرّسون نذور الثأر في حقيبتي فزوّروا فصول التاريخ


لم أكن حيث كان الموت صدفة على الطريق  
كنت حيث دفع جدّي لأبي ثمن توقيع في أسفل صفحة، ثمن تسليم قريته في أسفل الجبل، رفع المحتل يده عنها، رفع الثائر يده عن خصره. بجرّة قلمٍ يخدّر حبر جدّي السفح. بطيّة ورقة يطوي الجبل على التاريخ، بمصافحة يُخرج يد المرج من فوّهة الدبابة.  
أشجار اللوز ماتت في غرف عمليّات القلب، خيول الأعراس أغشت عيونها بالحنّاء وانتحرت.
لم يطهّر أحدٌ عرقي. لكنّ النخاع الشوكيّ في ظهر الجبل انكسر. فانكسر حظّي في أن نصعده معًا، وأن ننظر إلى خطى المسيح على البحيرة ونقلّدها.

لست أنا المعجزة
لم أمش على الماء ولم أشف نفسي من علّات حبّك
إنما هو ماء قلبي الذي تعلّمت أن أحوّله إلى إسفلت كلّما تذكّرتك
تعلّمت أن أنجو من الحمم البركانيّة التي سالت من جبال خوفك
ولم أتعلّم الموت




لم أكن حيث كان الموت درسـًا واحدًا وإلى الأبد
حيث الصاروخ الذي خانته ذاكرته فنسي الطريق
الرصاصة التي لم تقصد أن تتوقّف عن أن تكون قلمًا
المذبحة التي مرّت في الطريق العام ورمت السّلام
بينما كنت أسير في الشارع الخلفيّ
أقطف الصفّير وأشاهد الحروب في أفلام الكرتون


لم أصدّق أنني سأتعلّم يومًا أن أموت
إلا حين كانت حرب بيروت تُغرق تهليلة أمي في البئر
تفوح رائحة الغارات من فرن الطبخ
يدخل صوت الفدائيّ إلى كاسيت أم كلثوم 
الجماجم التي عبّدت طريق المدينة، تخرج من الملصق المعلّق بجانب السرير وتهدهدني، تقرع فوق رأسي الطريّ مثل لطميّة طويلة. فأتوقف عن البكاء، أو يتوقف أصحابها عن البكاء فيها.
 
ينمو قلبي في البئر كشجرة رمّان، كلّما انكسر غصن أتسلّق آخر في الطريق إليك. ينكسر كلّي، فأصير عشًّا. الطيور تنظر في الماء فترى وجه بوسنيّة يضحك أنظر فيه فأرى وجهك.


أنا طفلة الأنابيب التي هُجنت في مختبر طبّي
شممت رائحة خيول ميتة في مني أبي
وانسحبت 
ولدت في الشهر السابع 
بعد أن لطمنني بوسنيّاتٌ في رحم أمي
وانسحبت  




لم أصدّق أنني سأتعلّم يومًا أن أموت
إلا حين ارتكبت مجزرة الخليل على كعكة عيدي التاسع. أشعلتُ الشموع على سجاجيد بيت إبراهيم. ذابت هناك وحيدةً ولم يغنّ عليها أحد. أغاني العيد تسقط في البئر، الهدايا تسقط نذور ثأر في حقيبتي
لو أنّ للنذور أيادٍ لحفرت قبري
لو أنّ لأشجار اللوز نخاعًا شوكيًا لداسته
لو أنّ للجبال قصائد لمدحته
لو أن لدموع البوسنيّات مناقير ومخالب لنقرت حجارته
ولخرجت
أتعلّم الدرس الأوّل
أن الجمجمة المهشّمة في الملصق جمجمتي
وأنّ الدم فوق قميصي
إنما دمي

© Asma'a Azaizeh
Аудиопроизводство: Haus für Poesie / 2016

ΠΟΤΕ δεν πίστευα πως θα μάθω να πεθαίνω

Ποτέ δεν πίστευα πως θα μάθω να πεθαίνω

Δεν ήμουν στη γύρα όταν ο θάνατος ήταν δωρεάν

Αλλά ήμουν εκεί όταν ο παππούς απ’ την πλευρά της μάνας μου πλήρωσε για το

οθωμανικό του κουστούμι με τον ιδρώτα των εργατών του μπαμπακιού

Πλήρωσε για τα χιλιόμετρα που περπάτησαν ξυπόλυτες οι Βόσνιες γυναίκες

Πλήρωσε για τα δάκρυά τους πάνω στα στήθη των αντρών πριν φύγουν για τον πόλεμο

Πλήρωσε για τα λάβαρα του Θεού

Πλήρωσε για την απερισκεψία και τη χρόνια ασθένεια του αυτοκράτορα

 

Αίμα βαλκανικό έσταξε στη σχολική ποδιά μου

Οι δάσκαλοι βρήκαν μες στην τσάντα μου τάματα εκδίκησης και αναλόγως παραποίησαν τα κεφάλαια της Ιστορίας

 

Δεν ήμουν εκεί όταν ο θάνατος πέρασε τυχαία απ’ το δρόμο

Αλλά ήμουν εκεί όταν ο παππούς απ’ την πλευρά του πατέρα μου πλήρωσε το τίμημα της υπογραφής στο κάτω μέρος μιας σελίδας, το τίμημα της παράδοσης του χωριού του στους πρόποδες του βουνού, όταν σήκωσε ο κατακτητής το χέρι, όταν ο επαναστάτης πήρε το χέρι απ’ τη μέση. Με μια μονοκοντυλιά του παππού η μελάνη παρέλυσε την πλαγιά. Με το δίπλωμα του χαρτιού το βουνό δίπλωσε την Ιστορία, με μια χειραψία ο παππούς πήρε του λιβαδιού το χέρι μπρος απ’ την κάννη του τανκς.

Οι αμυγδαλιές ξεψύχησαν στον θάλαμο της καρδιοχειρουργικής, τα νυφικά άλογα βάψαν τα μάτια τους με χένα και αυτοκτόνησαν.

Εθνική εκκαθάριση δεν έγινε στον τόπο μου. Μα η σπονδυλική στήλη του βουνού συντρίφτηκε. Μαζί συντρίφτηκε και η ευκαιρία μου κάποτε να την ανέβουμε παρέα, να δούμε τα χνάρια των βημάτων του Ιησού στη λίμνη κι επάνω τους να περπατήσουμε.

 

Δεν είμαι το θαύμα

Δεν περπάτησα επάνω στα νερά και την ψυχή μου δεν τη γιάτρεψα απ’ την αρρώστια της αγάπης σου

Τα νερά της καρδιάς έμαθα να τα κάνω τσιμέντο όποτε έρχεσαι στη μνήμη μου

Τη λάβα που ρέει απ’ τα ηφαίστεια του φόβου σου έμαθα να την αποφεύγω

Αλλά τον θάνατο δεν τον έμαθα

 

Δεν ήμουν εκεί όταν ο θάνατος έγινε μάθημα μια για πάντα

Δεν ήμουν εκεί όταν η οβίδα προδόθηκε απ’ τη μνήμη της κι έχασε το δρόμο της

Η σφαίρα δεν είχε ποτέ σκοπό να πάψει να γίνεται μολύβι

Κι όσο περπατούσα στο πίσω στενό

Μάζευα μαργαρίτες κι έβλεπα κινούμενα σχέδια να παίζουν πόλεμο

Το μακελειό περνούσε απ’ τον κεντρικό δρόμο και σκόρπιζε ειρήνη

 

Ποτέ δεν πίστευα πως θα μάθω να πεθαίνω

Ώσπου ο πόλεμος στη Βηρυτό έπνιξε τα νανουρίσματα της μάνας μου στο πηγάδι

Απ’ τον φούρνο της κουζίνας έρχεται οσμή εισβολής

Η φωνή του επαναστάτη μπλέκεται με τη φωνή της Ουμ Καλσούμ απ’ την κασέτα

Τα κρανία που έστρωσαν τους δρόμους της πόλης βγαίνουν απ’ την αφίσα που έχω δίπλα στο κρεβάτι, με νανουρίζουν, χτυπούν θρηνητικά το μαλακό κεφάλι μου σαν σε ιεροτελεστία Λατμίγια. Σταματώ να οδύρομαι ή σταματούν εκείνα μες στην αφίσα.


Σαν ροδιά σε πηγάδι η καρδιά μου ψηλώνει. Όποτε σπάει ένα κλαδί σκαρφαλώνω ψηλότερα για να ’ρθω κοντά σου. Σπάω ολόκληρη και γίνομαι φωλιά. Τα πουλιά κοιτούν μες στα νερά και βλέπουν το γελαστό πρόσωπο ενός Βόσνιου, εγώ μες στα νερά βλέπω εσένα.

 

Είμαι το παιδί του σωλήνα που διασταυρώθηκε σ’ ένα εργαστήριο

Στο σπέρμα του πατέρα μύρισα άλογα νεκρά

Κι αποσύρθηκα

Γεννήθηκα εφταμηνίτικη

Όταν Βόσνιοι με ξυλοκόπησαν μέσα στη μήτρα της μάνας μου

Κι αποσύρθηκα

 

Ποτέ δεν πίστευα πως θα μάθω να πεθαίνω

Ως τη μέρα που έγινα εννιά κι η σφαγή στην Αλ Χαλίλ συντελέστηκε πάνω στην τούρτα των γενεθλίων μου. Άναψα τα κεριά ολόγυρα στα χαλιά του οίκου του Αβραάμ. Έλιωσαν μες στη σιωπή, κανένας δεν τραγούδησε. Τα τραγούδια των γενεθλίων πέφτουν στο πηγάδι, τα δώρα πέφτουν, τάματα εκδίκησης μες στην τσάντα μου

Αν τα τάματα είχαν χέρια θα είχαν σκάψει τον τάφο μου

Αν οι αμυγδαλιές είχαν σπονδυλική στήλη θα είχαν πατήσει επάνω του

Αν τα βουνά γράφαν ποιήματα θα τον υμνούσαν

Αν τα δάκρυα των Βόσνιων είχαν ράμφη και νύχια θα είχαν ανοίξει χαραμάδες ανάμεσα στις πέτρες

Κι εγώ θα ανασηκωνόμουν

Να μάθω το πρώτο μάθημα

Ότι το σπασμένο κρανίο στην αφίσα είναι το δικό μου κρανίο

Και το αίμα στην ποδιά μου

Είναι το αίμα μου

translated into Greek by Aggelina Riga and Jazra Khaleed
for Teflon, vol. 17, summer-autumn 2017