Marija Dejanović

хорватский

Memi Katsoni

греческий

Vrijeme dugog oporavka

Došli smo u godine u kojima zrelost
nema veze s godinama:
ptice se sporazumijevaju tako da kretanjem
oponašaju putanje
nebeskih tijela.
Žabe plove morima
koristeći svoje glatke grlene opne
kao jedra.
Sedam dana samoće proteklo je ovako:
prvog dana nisam ni shvatila da sam sama.

Drugog dana, svakodnevica
je bila uobičajena.
Nisam ništa jela
i malo sam spavala,
skuhala sam juhu od tvoje košulje
za slučaj da na vrata pokuca neki gost.
Na kraju sam njome oprala prozore,
bolje je tako nego da bacim
kakvu uvredu u smjeru vrata,
vrata kroz koja nitko ne prolazi jer sam to zabranila,
vrata koja su zaključana,
zašivena u topli zid mojeg želuca,
progutana ježeva kuća.

Trećeg dana, shvatila sam da sam sama.
Ribe su se uplašile i okupile u jato.
Održale su sastanak na kojem su odlučile
da će od sutra živjeti kao srebrni šišmiši.
Letjet će prema svjetlu, zatvoriti oči
i brojati dane senzorima koje nose u grlu.
Odlučila sam ostati sama
i prigrliti svoje novo stanje
kao vrijeme dugog oporavka.

Četvrtog se dana ne sjećam.

Petog se dana dobro sjećam,
ali radije o njemu ne bih govorila.

Šestog sam dana odlučila:
bit ću sama.

I doista, sedmi dan.
Kao da puca led u mojim koljenima,
u mojim zahvalama,
u člancima mene-pauka
koji nalikuje na psa,
u zubima mene-lisice
koja nalikuje na vuka.

© Marija Dejanović

Ο χρόνος της μακράς ανάρρωσης

Έχουμε φτάσει στην εποχή που η ωριμότητα
δεν έχει σχέση με την ηλικία:
τα πουλιά επικοινωνούν
όπως τα ουράνια σώματα,
με την κίνησή τους.
Βατράχια γυρίζουν τις θάλασσες
υψώνοντας τα μεταξένια τους υμένια
για ιστία.
Εφτά μέρες μοναξιάς πέρασαν έτσι:
την πρώτη μέρα δεν κατάλαβα πως ήμουν μόνη.

Τη δεύτερη μέρα, η καθημερινότητά μου
συνεχίστηκε απαράλλαχτη.
Δεν έφαγα τίποτα
και κοιμήθηκα λίγο,
έκανα το πουκάμισό σου σούπα
μήπως και περνούσε κανένας καλεσμένος.
Τελικά το χρησιμοποίησα για τα καθαρίσω τα παράθυρα,
καλύτερα έτσι παρά
να εκτοξεύω στην πόρτα βρισιές,
στην πόρτα που δεν καλωσορίζει επισκέπτες,
την πόρτα που είναι κλειδωμένη,
φυτεμένη στα θερμά τοιχώματα του στομαχιού μου,
σαν φωλιά σκαντζόχοιρου που έχω καταπιεί.

Όταν, την τρίτη μέρα, κατάλαβα πως ήμουν μόνη,
τα ψάρια τρόμαξαν και μαζεύτηκαν κοπάδι.
Συσκέφθηκαν και αποφάσισαν
να συνεχίσουν τη ζωή τους σαν ασημένιες νυχτερίδες.
Θα πετάξουν προς το φως, θα κλείσουν τα μάτια,
και θα μετρήσουν τις μέρες με τους αισθητήρες στο λαρύγγι τους.
Αποφάσισα να μείνω μόνη,
και να υιοθετήσω τη νέα αυτή κατάσταση
σαν μακρά περίοδο ανάρρωσης.

Δεν θυμάμαι την τέταρτη μέρα.

Θυμάμαι καλά την πέμπτη μέρα
αλλά προτιμώ να μη μιλήσω γι’ αυτήν.

Την έκτη μέρα αποφάσισα:
Θα είμαι μόνη.

Και την έβδομη μέρα επίσης.
Σαν πάγος που σπάει μέσα στα γόνατά μου,
στις ευχαριστίες μου,
στις αρχνοαρθρώσεις μου,
που μοιάζουν με σκύλου,
στα αλεπόδοντά μου
που μοιάζουν με λύκου.

Μετάφραση: Memi Katsoni